Kate Nikolopoulou
Κεφάλαια  
  Κεντρική
  Λίγα λόγια για την Καίτη..
  Τα βιβλία της...
  => Καλό μας ταξίδι, ΠΡΙΓΚΙΠΑ
  => ΑΤΛΑΝΤΙΣ Το όραμα
  => Οχτώ κλισέ και μια λεζάντα
  Οι στίχοι της...
  Με την πένα της Καίτης (ανέκδοτες γραφές)
  Συνεντεύξεις στην Καίτη
  Είπαν για την Καίτη...
  Μια ..συνέντευξη του Πρίγκιπα Ιάσονα
  Εκδηλώσεις
  Μια εικόνα, χίλιες λέξεις...
  Δελτία Τύπου
  On line παραγγελίες
  Γραφείο Τύπου
  Ψηφοφορία
  Βιβλίο επισκεπτών
ΑΤΛΑΝΤΙΣ Το όραμα

 




ΑΤΛΑΝΤΙΣ Το όραμα
Εκδόσεις «Φυτράκη», Αθήνα 2000

 

Μυθιστορηματικό λιμπρέτο
για σύγχρονη όπερα


Επειδή μέσα τους
είχαν κλεισμένη
την Ατλαντίδα,
που το όραμά της
δεν είναι παραμύθι...

Γι' αυτό σου λέω Απόλλωνα,
παντρέψου τη μούσα σου!
Γεννήστε την Τέχνη!
Γεννήστε την Τέχνη!

 

Αφιέρωση: Αφιερωμένο στη Μάνα Γη, που μας αντέχει ακόμα.

 

 

Αποσπάσματα:

  

Βρισκόμαστε στο 2032. Το όνειρο του Βίκτορος Ουγκώ

για το κόμμα του Πολιτισμού,

πού, όπως έλεγε ο ίδιος, θα δημιουργηθεί τον εικοστό αιώνα

και θα ξεκινήσει από τα Ενωμένα Κράτη της Ευρώπης

για να φτάσει στην Ένωση των Κρατών όλου του κόσμου,

είναι πλέον πραγματικότητα.

Τα άλλοτε κράτη είναι τώρα απλά επαρχίες της Πανγαίας.

Όμως,

κατά πόσο το κόμμα του Πολιτισμού

έμεινε ακαπέλλωτο από τα μεγάλα τραστ των πολυεθνικών

θα φανεί στην εξέλιξη της ιστορίας μας,

η οποία διαδραματίζεται κατ’ αρχήν σε μια από αυτές τις επαρχίες,

στην επαρχία της Ελλάδας,

και συγκεκριμένα στο νησί της Κεφαλονιάς,

για να περάσει στη συνέχεια στη χαμένη ήπειρο της Ατλαντίδας

και να τη ζωντανέψει.

 

 

 

Πρόσωπα

 

ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Τενόρος, πρώην καθηγητής παλαιοντολογίας, αρκετά ιδιόρρυθμος, που ζει στο περιθώριο.

ΚΛΕΙΤΩ: Μέτζο σοπράνο, δημοσιογράφος.

ΕΚΤΩΡ: Τραγουδιστής ροκ, αδελφός της Κλειτώς.

ΗΛΕΚΤΡΑ: Τραγουδίστρια ροκ, το κορίτσι του Έκτορα.

ΙΑΣΩΝ: Τενόρος, πυρηνικός επιστήμονας, σύζυγος της Κλειτώς.

ΜΕΛΟΣ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑΤΟΣ: Τραγουδιστής ροκ.

ΑΤΛΑΣ ΗΓΕΜΩΝ: Μπάσος, ηγεμόνας της Ατλαντίδας.

ΝΕΟΣ ΑΤΛΑΣ ΗΓΕΜΩΝ : Μπάσος, αντικαταστάτης του ΄Ατλαντα.

ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ: Πολιτικός.

ΠΡΟΣΩΠΟ Α: Τεχνοκράτης.

ΠΡΟΣΩΠΟ Β: Οικονομολόγος.

ΠΡΟΣΩΠΟ Γ: Επιστήμονας.

ΠΡΟΣΩΠΟ Δ: Επιχειρηματίας, διευθυντής του πυρηνικού σταθμού.

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ: Δημοσιογράφος, βοηθός της Κλειτώς.

ΑΣΤΥΝΟΜΟΣ

ΝΕΑΡΗ  ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ

ΜΠΑΡΜΑΝ

ΠΑΙΔΙΑ

 

 

 

ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ του Έκτορα. Εκείνος είναι καθισμένος στο πιάνο και προσπαθεί να συνθέσει. Το κομμάτι δεν του βγαίνει. Βρίσκεται σε ένταση, στριφογυρίζει, κάθεται, σηκώνεται. Το βλέμμα του πλανιέται για λίγο στο κενό και, μετά, αποφασιστικά, οδηγεί το χέρι του στην τσέπη του. Ένα μικροσκοπικό μπουκαλάκι εμφανίζεται κι ένα χάπι γλιστράει στη γλώσσα του. Κάθεται πάλι στο πιάνο, σφίγγει το κεφάλι του με τα δυο του χέρια, τινάζει τα μαλλιά του και ξαναπροσπαθεί. Χτυπάει το κουδούνι. Σε μια οθόνη τοίχου εμφανίζεται το πρόσωπο της αδερφής του. Πατάει ένα κουμπί, η πόρτα ανοίγει μόνη της και μπαίνει μέσα η Κλειτώ, που τον κοιτάζει οργισμένη.

  

ΚΛΕΙΤΩ: Γιατί αλώνεσαι έτσι; Γιατί  ε σ ύ;

ΕΚΤΩΡ: Εγώ; Και τι είμαι εγώ;

ΚΛΕΙΤΩ (αγκαλιάζοντάς τον): Όχι εσύ...

ΕΚΤΩΡ: Αυτοί το μαχαίρι, εγώ η γροθιά.

ΚΛΕΙΤΩ: Όχι!

ΕΚΤΩΡ: Αυτοί ο αέρας, εγώ το φτερό.

ΚΛΕΙΤΩ: Πάψε!

ΕΚΤΩΡ (με ειρωνεία): Μα, γιατί, καλή μου αδερφούλα; Μαζί δεν τα λέγαμε τόσα χρόνια; Τι άλλαξε τώρα; (Επιθετικά:) Τι άλλαξε τώρα;

ΚΛΕΙΤΩ (χαϊδεύοντάς του τα μαλλιά): Πονάς, καρδιά μου. Καταστρέφεσαι. Δεν το βλέπεις;

ΕΚΤΩΡ: Ε, και λοιπόν;

ΚΛΕΙΤΩ (αγριεμένη): Επιτέλους, Έκτορα, τι ψάχνεις;

ΕΚΤΩΡ (με σαρκασμό): Αυτό που έψαχνες κάποτε κι εσύ. Αλλά το πρόδωσες. (Παίρνοντας μία στοίβα παρτιτούρες από το πιάνο του, της τα πετάει κατάμουτρα.) Τόσα χρόνια έρευνες για την Ατλαντίδα μας. Τόσα χρόνια... Και τώρα, ούτε που με ρωτάς... Πού τα πέταξες, Κλειτώ; Πού τα πέταξες;

ΚΛΕΙΤΩ: Δεν είναι πως ξέχασα την Ατλαντίδα μας. Είναι που οι άλλοι χρησιμοποιούν το όραμά της για να σε σκοτώσουν.

ΕΚΤΩΡ (με θλίψη:) Εμένα μου αρέσει η βροχή, κι ας κρυώνω. Δεν τις θέλω τις ομπρέλες σου. Δεν τις θέλω. Κι ας κρυώνω... (Χαμογελώντας πικρά:) Ναι... κρυώνω.

ΚΛΕΙΤΩ (αγκαλιάζοντάς τον): Σώπα! Δεν αξίζει τόσο λίγο η ζωή σου. Είσαι νέος. Δες τους άλλους.

ΕΚΤΩΡ: Για ποιους άλλους μου μιλάς, Κλειτώ; Όλοι τους πουλήθηκαν. Για έναν τίτλο. Για μια καριέρα. Για μια θέση. Και τώρα μισούν αυτό που αγάπαγαν πριν. Τώρα αγαπούν αυτό που πολέμαγαν πριν.

ΚΛΕΙΤΩ: Έπρεπε να ζήσουν. Δεν γινόταν αλλιώς.

ΕΚΤΩΡ: Σκοτώνοντας  ε μ έ ν α;

ΚΛΕΙΤΩ: Και η δική σου ασπίδα πού είναι; Δεν είσαι άτρωτος, Έκτορα. Κι όμως, ορθώνεις το σώμα σου γυμνό στα βέλη τους. Τι θέλεις ν’ αποδείξεις;

ΕΚΤΩΡ: Ότι υπάρχω! Τ’ ακούς; Υπάρχω! Σαν μια μύγα μέσα στο γάλα τους. Γι’ αυτό και με σιχαίνονται, γι’ αυτό και με φοβούνται. Υπάρχω! Το ξέρουν, και τους ενοχλεί. Όμως, εγώ,  υ π ά ρ χ ω!

ΚΛΕΙΤΩ: Για πόσο ακόμα;

ΕΚΤΩΡ: Όσο αντέξω. (Κάθεται κουρασμένα στο πιάνο.)

ΚΛΕΙΤΩ (ακολουθώντας τον): Δεν θα ’ναι για πολύ. Έπεσες κιόλας στην παγίδα τους. Σ’ έκαναν δικό τους. Δεν το βλέπεις;

ΕΚΤΩΡ: Ναι, το βλέπω. Και ουρλιάζω: Ιδού το μεγαλείο σας, κύριοι! Ιδού το επίτευγμά σας, ατάλαντοι! Ιδού ο κόσμος σας, κτήνη!

 

 

ΝΥΧΤΑ, στο σπίτι του Σωκράτη. Εκείνος κάθεται σ’ ένα πέτρινο παγκάκι, κοιτάζοντας στο κενό. Βλέπει από μακριά την Κλειτώ να ανοίγει την πόρτα του κήπου και να έρχεται προς το μέρος του. Χωρίς έκπληξη, καρφώνει το βλέμμα του ανέκφραστο πάνω της, μέχρι που εκείνη τον πλησιάζει.

  

ΚΛΕΙΤΩ (δειλά, μόλις που ακούγεται): Ποιος είσαι;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ (με σαρκασμό, χωρίς να κινηθεί από τη θέση του): Χμ... ο τρελός. (Σοβαρευόμενος ξαφνικά:) Κι εσύ; Ποια είσαι εσύ;

ΚΛΕΙΤΩ (νιώθοντας να τρέμει ελαφρά): Εγώ;...

ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Κι αυτοί; Ποιοι είναι αυτοί.

ΚΛΕΙΤΩ: ...

ΣΩΚΡΑΤΗΣ (με κυνικό ενδιαφέρον): Προδόθηκες, μικρή μου;

ΚΛΕΙΤΩ (με έκπληξη): Πώς;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Πόνεσες;

ΚΛΕΙΤΩ: Πώς μπορείς να ξέρεις;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ (σηκώνεται, κάνει μια γρήγορη στροφή γύρω της, και χαρούμενος): Μπράβο! Μπράβο! Καλό το υλικό!

ΚΛΕΙΤΩ (με απορία): Χαίρεσαι;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ (κοιτάζοντάς την βαθιά στα μάτια): Ναι! Ναι! (Μικρή παύση.) Τα βλέπεις αυτά; Τα λένε δέντρα. Μήπως ξέρεις τι παναπεί αυτό;

ΚΛΕΙΤΩ: Μα... το είπες μόνος σου: δέντρα.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Όχι! Θα πει, αγάπη. Εσύ, έχεις γεμίσει με δέντρα το κρεβάτι σου;

ΚΛΕΙΤΩ: Το... κρεβάτι μου;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Ναι! Ναι! Το κρεβάτι σου, το τραπέζι σου, το σώμα σου! Δέντρα... καταπράσινα δέντρα. (Διεισδύοντας με θλίψη στο βλέμμα της:) Δε σμιλεύτηκες ακόμα, μικρή μου. Πρέπει κι άλλο. Το πνεύμα σου είναι θαμπό. Μόλις διαγράφεται. Πρέπει κι άλλο...

ΚΛΕΙΤΩ: Από ποιον;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Από την Αθηνά.

ΚΛΕΙΤΩ (με απελπισία): Με ανθρώπινα χέρια;!

ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Η σμίλη!

ΚΛΕΙΤΩ: Και πώς να φυλαχτώ από αυτά...

ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Φυγοπονείς;

ΚΛΕΙΤΩ (δειλά): Θ’ αντέξω;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ (ψιθυριστά): Θέλω ν’ αντέξεις.

ΚΛΕΙΤΩ (με έκσταση): Ποιος είσαι;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ (την πλησιάζει, φέρνει το πρόσωπό του κοντά στο δικό της, το χέρι του μένει μετέωρο σε μια κίνηση αγγίγματός της, και με χαμηλωμένα μάτια): Ένας τρελός, που απεχθάνεται τα άτεχνα μάρμαρα και λατρεύει τα έργα τέχνης.

 

 

ΣΤΗΝ ΑΙΘΟΥΣΑ «Αργώ», του πυρηνικού σταθμού. Γεύμα εργασίας σε στρογγυλή τράπεζα. Γύρω από αυτήν κάθονται κάποιοι διεθνούς κύρους τεχνοκράτες, εκπρόσωποι της πολιτικής και της οικονομίας. Ανάμεσά τους, ο διευθυντής του σταθμού, ως πρόσωπο Δ, και ο διευθυντής της εφημερίδας, ως πρόσωπο Γ.

 

 ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ: Κύριοι,

ως γνωστόν,

δαμόκλειος σπάθη οι μετοχές μας,

σε κίνδυνο βάζουν τις χαρές μας.

Θα πρέπει να βρούμε εδώ τη λύση,

ο γόρδιος δεσμός να μη μας πνίξει.

ΠΡΟΣΩΠΟ Α: Τι έχεις στο μυαλό σου; Μίλα!

ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ: Το δέντρο θα βγάλει κι άλλα φύλλα.

ΠΡΟΣΩΠΟ Β: Ζητάς πόλεμο, ή κάνω λάθος;

ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ: Να διαφυλάξω θέλω αυτό το πάθος.

Το πάθος, που είναι και δικό σας.

ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ: Το χρήμα! Το χρήμα!

ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ: Έτσι μπράβο!

ΠΡΟΣΩΠΟ Γ: Κάτι ήταν κι αυτό με τον πλανήτη.

Εις βάρος μας ήταν η συνθήκη.

ΠΡΟΣΩΠΟ Δ: Δεν έχει αντοχή όμως το ρήγμα.

Μια ακόμα φορά και τέρμα. Κρίμα!

ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ: Κρίμα, κρίμα!

ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ: Κύριοι,

οι ρίζες του δέντρου, ας μην ξεχνάμε,

είμαστε ’μείς που κυβερνάμε.

Οι ρίζες εμείς, κι αυτοί τα φύλλα.

ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ: Το δέντρο θα βγάλει κι άλλα φύλλα!

ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ: Εμπρός, να τινάξουμε το δέντρο!

ΠΡΟΣΩΠΟ Α: Ποιας επαρχίας, μόνο, δεν ξέρω.

ΠΡΟΣΩΠΟ Β: Αυτό είν’ το πιο απλό απ’ όλα.

ΠΡΟΣΩΠΟ Δ: Σωστά. Ας δούμε, τώρα, με τι όπλα.

ΠΡΟΣΩΠΟ Γ: Ανάλογα μ’ ό,τι μας συμφέρει.

ΠΡΟΣΩΠΟ Α: Καιρός ήταν. Η ψυχή μου τρέμει.

Σαν άλλος Νέρωνας τη νέα Ρώμη

να κάψω θέλω! Η ηδονή με λιώνει!

ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ: Ώρα, λοιπόν, γι’ αυτό το βήμα!

ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ: Το δέντρο θα βγάλει κι άλλα φύλλα!

ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ: Κύριοι, συμφωνούμε απόλυτα.

 

                   Ξαφνικά, ανοίγει η πόρτα και μπαίνει αλαφιασμένος  ο  Ιάσων.

  

ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ: Ποιος είσαι... ποιος είσαι...

ΙΑΣΩΝ: Δολοφόνοι!

ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ: Έξω! Έξω!

ΙΑΣΩΝ: Τη χάρη, όχι, δεν σας την κάνω.

ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ: Μια λέξη ακόμα παραπάνω...

ΙΑΣΩΝ: Ναι, ξέρω, ένα φύλλο κάτω ακόμα.

Αλλά, μέχρι τότε, θα ’χω στόμα.

ΠΡΟΣΩΠΟ Δ: Ιάσων, πήγαινε στη δουλειά σου.

ΙΑΣΩΝ: Δεν έχω θέση στο έγκλημά σου.

ΠΡΟΣΩΠΟ Δ: Τι θράσος! Μα δεν σ’ το επιτρέπω!

ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ: Έξω! Έξω!

ΙΑΣΩΝ: Διατίμηση θέλω της ζωής μου

και όσων πεθαίνουνε μαζί μου.

Ν’ ακούσω τι κέρδος σάς αφήνει

αυτό το νησί που τώρα σβήνει.

Κι εγώ, ο τρελός, που ’χα πιστέψει

ότι η επιστήμη μου θα δρέψει

καρπούς που θα λέγονται ευτυχία,

ειρήνη, αγάπη και υγεία.

ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ: Έξω! Έξω!

ΙΑΣΩΝ: Δεν είμαι Ηρακλής, δεν έχω ελπίδα,

θεριεύει τούτη η Λερναία Ύδρα.

Μα γρήγορα θα με θυμηθείτε:

η φύση πονάει κι εκδικείται.

 

 ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Επειδή μέσα μας κλείσαμε την Ατλαντίδα,

που το όραμά της δεν είναι παραμύθι...

Επειδή οι ιερείς των αρχαίων Αιγυπτίων

φρόντισαν, καλύτερα απ’ ό,τι οι άνθρωποι σήμερα πιστεύουν,

τους πάπυρους και τις περγαμηνές τους,

και το χέρι των βαρβάρων δεν έφτασε

στις μυστικές κρύπτες της Αλεξανδρινής βιβλιοθήκης...

Έτσι, λοιπόν, οι γνώσεις τους έγιναν γνώσεις μου...

Πέρα από τις στήλες του Ηρακλέους,

υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει εκείνο το μεγάλο νησί.

Ατλαντίς!

Στις διαδρομές του χρόνου,

η ειρήνη, η αγάπη, ο πλούτος σύνθεσαν αυτό

που εμείς τόσο απλά ονομάσαμε ευτυχία.

Έτσι, λοιπόν, έφτιαξαν το μεγάλο θαυμαστικό του κόσμου.

Ατλαντίς!

Επειδή, πριν εντεκάμισι χιλιάδες χρόνια,

το ανθρώπινο στοιχείο τούς θέλησε κοσμοκράτορες...

Επειδή τούτη η πόλη των Αθηναίων γκρέμισε το στέμμα τους...

Επειδή το θείο, άγριος εκδικητής, βούλιαξε το Είναι τους...

Έτσι, λοιπόν, φτιάχτηκε η χαμένη ήπειρος.

Ατλαντίς!

Κι ήρθαν οι ασπίδες να περισώσουν το σπέρμα.

Η ζωή επέστρεψε στην αφετηρία της, το νερό,

για να μεγαλουργήσει και πάλι.

Κι έκανε η θάλασσα τα ψάρια της τροφή,

το οξυγόνο της ανάσα,

το υδρογόνο της ενέργεια.

Βαγγέλιο τους οι μνήμες,

με όρκο τους το ιδεώδες.

Έτσι, λοιπόν, φτιάχτηκε το μεγαλείο της ανθρώπινης υπόστασης.

Ατλαντίς!

Και η επιστήμη εργαλείο στο νόμο του Καλού.

Κι ο θάνατος, νέος, χωρίς ρυτίδες,

διακόσιων χρόνων παλικάρι και φίλος.

Εκεί που η αγάπη καθαγιάζει το σώμα.

Εκεί που το Εγώ καθαγιάζει το πνεύμα.

Εκεί που η ειρήνη καθαγιάζει το χώμα.

Ατλαντίς!

Επειδή το όραμά της δεν είναι παραμύθι,

γι’ αυτό σου λέω, καλή μου,

εκεί θα χωρέσουμε κι εμείς.

 

 ΧΟΡΩΔΙΑ (τραγουδάει το «Πυρ»):

 

Εμείς,

οι πρόγονοι των απογόνων άλλης γης,

εμείς οι στόχοι κάποιας άστοχης βολής

στο παραπέντε.

Εμείς,

που αρνιόμαστε τις χειροπέδες απ’ τα πριν,

στις προσευχές διαγράφοντας κάθε αμήν,

εμείς δεν φταίμε.

 

Πυρ,

πυρ ανοίξατε,

πυρ,

τι κερδίσατε,

πυρ,

πώς τολμήσατε,

πυρ, πυρ, πυρ...

 

Εσείς,

που ζήσατε απ’ τους χορούς των μαχαιριών,

πιο δυνατοί κι από το έργο των θεών

το πιο ωραίο.

Εσείς,

με τα σταφύλια της οργής μας στο λαιμό,

κουμπιά πατάτε για ένα ακόμη μακελειό,

το τελευταίο.

 

Πυρ,

πυρ ανοίξατε,

πυρ,

τι κερδίσατε,

πυρ,

πώς τολμήσατε,

πυρ, πυρ, πυρ...

 

 

 

Ο χρόνος μετριέται σε... βάθος!  
   
Απολαμβάνω...  
  - Μια βόλτα στον εθνικό κήπο
- Ένα ποτήρι, κόκκινο, γλυκό κρασί
- Μια βραδιά με φίλους
- Πολλά "διαπλανητικά" τα-ξίδια
- Να αναπολώ συχνά
 
Επικοινωνήστε μαζί μου  
  E-mail:
press-pr@otenet.gr & pressmedia@yahoo.gr

Τηλ.: 6939 776311
 
Χορηγός Επικοινωνίας  
  Εφημερίδα "ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΣ"
Free press από το 1999, σε όλη την Αττική
Web: www.aneksartitos.com
E-mail: info@aneksartitos.com
 
Μέρχι στιγμής έχουμε 8563 visitors (19147 hits) στο site της Καίτης
This website was created for free with Own-Free-Website.com. Would you also like to have your own website?
Sign up for free